-
1 отечественный
отечественный πατριωτικός· εθνικός (национальный)· \отечественныйое производство η εθνική παραγωγή ◇ Великая Отечественная война о Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος* * *πατριωτικός; εθνικός ( национальный)оте́чественное произво́дство — η εθνική παραγωγή
••Вели́кая Оте́чественная война́ — ο Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος
-
2 война
войн||аж ὁ πόλεμος:гражданская \война ὁ ἐμφύλιος πόλεμος· Великая Отечественная \война ὁ Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος· национально-освободительная \война ὁ ἐθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος· партизанская \война ὁ ἀνταρτοπόλεμος· мировая \война ὁ παγκόσμιος πόλεμος· холодная \войнаό ψυχρός πόλεμος· объявить \войнау́ κηρύσσω (или κηρύχνω) τόν πόλεμο· развязать \войнау ἀρχίζω (или ἐξαπολύω) πόλεμο· во время \войнаώ τόν καιρό τοῦ πολέμου, στήν περίοδο τοῦ πολέμου. -
3 отечественный
отечественн||ыйприл πατρικός, πάτριος, ἐθνικός:\отечественныйого производства ἐγχωρίου παραγωγής· Великая Отечественная война ὁ Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος.
См. также в других словарях:
Σοβιετική Ένωση Ιστορία — Η ιστορία του σοβιετικού κράτους αρχίζει με τη «μεγάλη οκτωβριανή επανάσταση», όπως πέρασε ήδη στην παγκόσμια ιστορία το εγχείρημα που κορυφώθηκε στα τέλη Οκτωβρίου του 1917 και έθεσε τις βάσεις για την ίδρυση του σοβιετικού κράτους και το… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek